Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Τι Τύχη που δεν Είσαι από Δω...

Τι τύχη που δεν είσαι από δω...


Απ αυτόν τον κόσμο τον γεμάτο ψέμα και ασχήμια. Και ψέμα δεν είναι οι ελπίδες που θα σου δώσει κάποιος, μόνο και μόνο για να τις πάρει πίσω μετά αφήνοντάς σε κενό.
Το θυμάσαι καθόλου; 
Δεν ξέρω αν το θυμάσαι, όμως εγώ πάντως θυμάμαι τα πάντα ξεκάθαρα!
Θυμάμαι πως τα πάντα όντως άλλαζαν και το κρεβάτι μου γινόταν όντως φρούριο ή φυλακή. 
Και η αλλοτινή φαντασία του τότε έγινε η σχιζοφρένεια του σήμερα... 
Που πήγε η ελευθερία της επιλογής; του να κλαις όταν πονάς; να φωνάζεις δυνατά όταν τρομάζεις ή είσαι χαρούμενος; να τρέχεις και να χοροπηδάς;
Γιατί μετά αρχίζουν να σε κοιτάνε; γιατί δεν καταλαβαίνεις το πότε αρχίζεις ν αποτραβιέσαι;...
Γιατί δε θυμάμαι πότε σταμάτησα να παίζω με τα παιχνίδια μου;...

Τι τύχη που δεν είσαι από δω...

Και ασχήμια δεν είναι η μεταφορική ασθένεια του κόσμου μας, η κακία και η μισαλλοδοξία. Όταν ήμασταν παιδιά κανένα μέρος δεν ήταν άσχημο, όπου και να πηγαίναμε βρίσκαμε περιπέτειες και πολέμους. Κάναμε με τη μια φιλίες που μπορεί την επόμενη μέρα να είχαμε ήδη ξεχάσει, μπορεί να μένανε για πάντα...
Πότε έγιναν τα κάστρα και τα πλοία, καφετέριες και γραφεία και δεν πρόλαβα να κάνω κάτι γι αυτό;
Γιατί δεν έκανα; γιατί δεν είδα;


Τι τύχη που δεν είσαι από δω...

Ζούσαμε περιπέτειες... αρκεί πάντα να υπήρχαν και άλλα παιδιά...
Αλλά και μόνοι μας μπορούσαμε να περάσουμε καλά ακόμα και με ένα κουκούτσι, το οποίο μαγικά μεταμορφωνόταν σε μπάλα ή βόμβα. Πλέον χρειαζόμαστε όλες αυτές τις πολύπλοκες έννοιες για να παίξουμε - ένα παιχνίδι που έχει πλέον επικεντρωθεί μόνο γύρω απ το αντίθετο φίλο - πόσο μάλλον για να κάνουμε νέους φίλους...
Τότε απλά θέλαμε άλλα παιδιά, και ότι και είχαμε εκείνη τη στιγμή μαγικά το μεταμορφώναμε και παίζαμε! Είχαμε μαγεία... και το ξέραμε συνειδητά.
Άρα ψέματα! Ψέματα όλα! Γιατί δε μπορώ να δω πια; επειδή ο κόσμος που ζω τώρα είναι ένα ψέμα! Ένα ψέμα που δε θυμάμαι πότε άρχισε και σε ποιόν πρέπει να πω συγνώμη για να τελειώσει...

Τι τύχη που δεν είσαι από δω...


Όλοι μάθαμε μικροί ότι, αν ένα ψέμα δεν τελειώσει στην αρχή του, τότε θα καλύπτεται συνέχεια από άλλα ψέματα.
Γι αυτό σου λέω...τι τύχη...
Γύρνα πίσω στον εξυγιασμένο, λογικό, παραλογισμό σου κι άσε με μένα...
Πάνω σ αυτή την τελευταία αχτίδα φωτός θα ταξιδέψω πετώντας στο κενό προς το ύστατο συγνώμη μου...


Γι αυτό σου λέω...


Τι τύχη...


Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Σιωπή

Υπάρχουν στιγμές που ακόμα και ένας παλιάτσος απολαμβάνει τη σιωπή, που ακόμα και ένας ζογκλέρ απολαμβάνει την ηρεμία. 
Και αυτή η μαγεία της φαινομενικής "ησυχίας" είναι απίστευτη, γιατί δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, απόλυτη έλλειψη κάθε ήχου... 
αυτό θα ήταν παράνοια...

Υπάρχει όμως η στιγμή που όλα ηρεμούν και νιώθεις πως ο κόσμος σου, ο οποίος ταλαντεύεται συνεχώς σαν σχοινοβάτης, για μια στιγμή κάνει διάλειμμα απ' την παράστασή του... και ακούς! 
Προσωπικά με τρομάζει η ησυχία, νοιώθω συνεχώς σα να πρόκειται να συμβεί κάτι, αλλά πλέον έχω φτάσει στο συμπέρασμα πως αυτό πηγάζει απ το φόβο της μοναξιάς. Κι όμως! Υπάρχουν στιγμές που απλά σταματάς τα πάντα και ενώ ακόμα βρίσκεσαι στο ίδιο σημείο που ήσουν και πριν, νομίζεις σιγά-σιγά πως αρχίζει να δημιουργείται μια ζεστή ηρεμία. Και αφουγκράζεσαι... ακούς... αφήνεις για λίγο το μυαλό σου ήσυχο που, ακόμα και αν δεν το καταλαβαίνεις συνειδητά, εκείνο συνεχώς ασχολείται με κάτι. Και αυτό το "κάτι" σε κουράζει. 
Γι αυτό έρχονται στιγμές που τα κλείνεις όλα και απλά, κάθεσαι.

Στην αρχή βλέπεις τρομερή τη διαφορά! Σα να βουλιάζεις  σ ένα μαλακό, άνετο καναπέ...
Όταν περάσουν μερικά δευτερόλεπτα και το μυαλό σου έχει πια ηρεμήσει, τότε είναι που αρχίζεις να τους ακούς. Τους ήχους του κόσμου σου! Ήχους γνώριμους αλλά συνεχώς μη παρατηρήσιμους ενός κόσμου που βρίσκεται πάντα σε κίνηση, που σε περιβάλλει. Ο απόηχος από περαστικά αμάξια και μηχανές, το αλυσιδωτό γάβγισμα των σκυλιών της γειτονιάς που πυροδοτήθηκε από κάποιον περαστικό, ο συνεχής κι όμως διακριτικός ήχος του ψυγείου, ο κάθε σιγανός ήχος που δημιουργεί και η παραμικρή σου κίνηση - που καταλήγει να σου φαντάζει τεράστιος -, η ίδια σου η σκέψη που πλέον αντηχεί τόσο καθαρά μες στο κεφάλι σου, ο ήχος της καρδιάς σου...

Όλοι σε περιβάλλουν και σε γεμίζουν, γεμίζουν τα πνευμόνια και τις φλέβες σου,την καρδιά και το στήθος σου! Εισβάλουν στο σώμα σου και ξεχύνονται απ την σπονδυλική σου στήλη μέχρι και τ ακροδάχτυλά σου... και ηρεμείς... 
Είσαι πλέον τελείως χαλαρωμένος και το μυαλό σου σιγά-σιγά έχει ξαναρχίσει να παίρνει μπρος, μόνο που τώρα, δεν έχεις πια αυτό το συνεχή βόμβο της σκέψης μες στο κεφάλι σου. 
Ο χώρος γύρω σου μοιάζει διαφορετικός, λες και μπορείς να κολυμπήσεις στο κενό. Μπορείς να διακρίνεις ξεκάθαρα πως το δωμάτιο που σε περιτριγυρίζει δεν έχει κενό χώρο, αλλά είναι γεμάτο μ ένα αόρατο υγρό. Και παρατηρείς...

Σταδιακά όμως τα πράγματα αρχίζουν ν αλλάζουν... ο κόσμος αυτός αρχίζει να είναι πολύ στάσιμος... σχεδόν απειλητικός. Τα έπιπλα στο δωμάτιο στέκονται όπως πάντα, νεκρά, στη θέση τους και οι κορνίζες στους τοίχους έχουν μια παράλογη ακινησία. Σχεδόν σα να σε παρακολουθούν... και να περιμένουν να γυρίσεις την πλάτη σου... τότε ο χώρος σου γίνεται εχθρικός. 
Δε μπορείς άλλο την ησυχία δεν την αντέχεις! Κάτι κρύβεται στο κενό του χώρου μέσα στη σιωπή... και παραμονεύει... ή έρχεται αργά προς το μέρος σου. Τα πάντα γύρω σου είναι αφύσικα παθητικά, κάτι συμβαίνει!
Και τότε σηκώνεσαι...

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Καθρέφτες

Πάντα με φόβιζαν οι καθρέφτες. Περίεργα και μυστήρια αντικείμενα. 
Δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο οι άνθρωποι τους αποδέχονται τόσο τυφλά και περνάνε τόσην ώρα μπροστά τους, καλλωπίζοντας τους εαυτούς τους μέχρι το σημείο της προσωπικής τελειότητας. Μέχρι την ικανοποίηση του "εγώ" ότι είναι όσο όμορφοι πρέπει. Για ποιο λόγο περνάνε τόση πολύ ώρα μπροστά σε ένα καθρέφτη μακιγιάροντας και χτενίζοντας; 
Πόσο λογικό θα σας φαινόταν να περνούσατε την ίδια ώρα και με τις ίδιες πράξεις μπροστά από μια κλειστή πόρτα; Όχι και τόσο λογικό ε; αλλά για ποιο λόγο; Λόγω του ότι δεν γίνεται να καθρεφτιστούμε στην πόρτα; Ένας λόγος που αγαπάμε τόσο πολύ τους καθρέπτες είναι γιατί μας δίνουν το μοναδικό προνόμιο να δούμε κάτι που, υπό κανονικές συνθήκες, μας είναι αδύνατο άρα, κρατάμε στο μυαλό μας αυτή την πρώτη εντύπωση και πετάμε όλα τα υπόλοιπα απ το παράθυρο. Γιατί ο άνθρωπος, όντας ένα εγωιστικό ον, δεν μπορεί να μην βλέπει την εικόνα του... να μην έχει μια άποψη για το εξωτερικό «εγώ» του, να μην έχει το δικαίωμα να διορθώσει κάτι πάνω του που γι αυτόν φαντάζει «λάθος»... Αν μια πόρτα είχε αυτή την ιδιότητα θα κάναμε τα ίδια και μ αυτήν πιστέψτε με.

Κι αν το είδωλο που υπάρχει απέναντί μας έχει άλλη άποψη; Αν σηκωθεί ξαφνικά και φύγει; ή αν δεν εμφανιστεί ποτέ; Αν είναι με παρέα που δεν γνωρίζουμε; Τότε τι κάνουμε; Κοιτάμε σαστισμένοι; Για ποιο λόγο να δεχόμαστε όλοι τόσο αυτόματα και χωρίς ίχνος επεξεργασίας ότι ο καθρέφτης απλά αντανακλά κάτι το οποίο βρίσκεται απέναντι του;
Πάντα έβλεπα τους καθρέφτες σαν πύλες σε άλλους κόσμους... πως ξέρεις δηλαδή ότι αυτό που καθρεφτίζεται απέναντι σου είναι απλά η πίσω όψη του δωματίου ή του μπάνιου σου; Εννοώ πως εκείνη τη στιγμή δεν είσαι σε θέση να ξέρεις ότι όντως έτσι είναι… ένας τυφλός, για παράδειγμα, πως ξέρει τι υπάρχει, όχι απλά πίσω του αλλά γύρω του, μια οποιαδήποτε στιγμή σε έναν οποιοδήποτε χώρο; Πως ξέρει αν υπάρχει ο ίδιος ο χώρος εκεί εξ αρχής;

Άρα γιατί να μην ισχύει το ίδιο και με έναν καθρέφτη; Το ότι μπορούμε να πιάσουμε κάτι, να το δούμε, να το παρατηρήσουμε, να το γευτούμε ή να το μυρίσουμε δεν το κάνει κατά κανόνα πραγματικό. Πολλές ψυχολογικές/νευρολογικές ασθένειες προκαλούν παραισθήσεις οι οποίες όμως είναι τόσο αληθινές για τον ασθενή που μπορεί μέχρι και να πεθάνει από την αλληλεπίδρασή του μαζί τους. Όπως επίσης πολλές ναρκωτικές ουσίες και φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν τη δημιουργία ερεθισμάτων όλων των αισθήσεων στο χρήστη. Ερεθίσματα τα οποία τον επηρεάζουν άμεσα. Αυτό δεν τα κάνει αληθινά;
Η απλή απάντηση σ αυτό είναι πως, όπως και με τα όνειρα, ότι αφότου περάσει η επίδραση όλων αυτών, ή αφότου ο προαναφερθείς ασθενής γιατρευτεί, όλα επιστρέφουν στον "φυσιολογικό" τους ρυθμό. Κι όμως! Ακόμα και αυτό είναι μια εξωτερική παρατήρηση που γίνεται (όπως είπαμε) αφότου όλα έχουν τελειώσει και έχει αλλάξει η οπτική γωνία με την οποία αναλύουμε το φαινόμενο. Το παρατηρούμε πλέον απ το τρίτο πρόσωπο. Παρ όλα αυτά όταν η παρατήρηση ήταν πρώτου βαθμού θα μπορούσε το υποκείμενο να ορκιστεί πως οτιδήποτε έβλεπε πχ ήταν αληθινό. Άρα όπως είχε αναφέρει και ο Αϊνστάιν η πραγματικότητα είναι κάτι το καθαρά υποκειμενικό και βασίζεται ξεκάθαρα στον παρατηρητή. Όλα είναι θέμα αντίληψης... θέμα οπτικής γωνίας. Οπότε πως μπορούμε να γνωρίζουμε με σιγουριά πως οι καθρέφτες δεν είναι πόρτες για άλλους κόσμους;

Μπορεί απλά να έχουν διαφορετικές κλειδαριές απ αυτές που γνωρίζουμε. Η πόρτα από τη φύση της είναι ένα αντικείμενο που επιτρέπει την διέλευση ατόμων προς ή από έναν συγκεκριμένο χώρο, ή την απαγόρευση της εισόδου σε άλλους προς προστασία του ίδιου χώρου. Όταν θέλουμε να εισέλθουμε από μια οποιαδήποτε είσοδο δε σημαίνει πως αυτό γίνεται κατά βούληση, χρειαζόμαστε κάποιο μέσο όπως ένα πόμολο ή - σε πιο "δύσκολες" περιπτώσεις - το κατάλληλο κλειδί. Το κλειδί μπορεί να είναι οποιασδήποτε φύσεως, από ένα μικρό κομμάτι μέταλλο σμιλεμένο έτσι ώστε να ταιριάζει τέλεια στην κλειδαριά, μέχρι το ψηφιακό αποτύπωμα του αμφιβληστροειδούς από μια ακτίνα λέιζερ. Αν λοιπόν, θεωρητικά, μια πόρτα ήταν απλά μια επίπεδη επιφάνεια η οποία άνοιγε με έναν απίστευτα εξελιγμένο τρόπο, και εμείς δε μπορούσαμε να βρούμε το κλειδί της τότε, με το να θεωρούμε αδιαμφισβήτητα πως οι καθρέφτες είναι απλά επίπεδες επιφάνειες που αντανακλούν το φως, στερούμε τους εαυτούς μας από τρομερές πιθανότητες.

Τι είναι αυτό λοιπόν που μας στερεί αυτή τη λογική; Τι είναι αυτό που δε μας αφήνει να φανταστούμε πως πίσω από έναν καθρέφτη, κρύβεται μια απίστευτη περιπέτεια και μας αναγκάζει να τον βλέπουμε, εκείνον και οτιδήποτε άλλο στην καθημερινότητά μας, ως απλά "ένα αντικείμενο" ;

Και αν αυτό το κρυφό μέρος είναι ένα ζαχαροπλαστείο και μεις είμαστε παιδιά; Δεν θα θέλατε να βρίσκατε εκείνη την πίσω πόρτα; ή θα λέγατε «όχι παιδιά αν με τσακώσει η μάνα μου να κάνω κάτι τέτοιο θα με δείρει» φεύγοντας προς το σπίτι ενώ τα άλλα παιδιά απολαμβάνουν λιχουδιές και ζεστό ψωμί ; 
Όμως ποιος ακριβώς είναι η μάνα σας σ αυτή την περίπτωση; Ποιος σας εμποδίζει απ το να μπείτε σε μια περιπέτεια πειρατική με τους φίλους σας στην αναζήτηση του χαμένου κλειδιού; η κοινωνία ; η ηλικία; η σοβαρότητα; κι όμως... είναι η ίδια σας η σκέψη που σας σταματάει απ το να ψάξετε αυτόν τον πολυπόθητο θησαυρό. Η ίδια σας η σκέψη, η οποία σας έχει συντροφέψει σε τόσα πολλά ταξίδια, σας σταματάει απ το να κάνετε άλλα τόσα βάζοντάς σας μέσα τα όρια του «τι είναι λογικό» και «τι είναι παράλογο», γινόμενη έτσι μια άγκυρα στη βάρκα που μπορεί να σας πάει στα αστέρια.
Έχουμε φτάσει, δυστυχώς, πλέον στο σημείο που δε μπορούμε καν να πούμε πως ο, μέσος, άνθρωπος δεν κάθεται να αναλύσει το « γιατί κάτι είναι λογικό ή παράλογο» και απλά δέχεται αυτή σκέψη σα δεδομένη... γιατί δεν υπάρχει καν στη διαδικασία της σκέψης του για να την αγνοήσει! Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί - ή ακόμα χειρότερα "πότε" - βάλατε κάτι στην κατηγορία του «παράλογου» ή ακόμα και για ποιο λόγο φτιάξατε αυτή τη λίστα εξ αρχής;
Δεν καταλάβατε πότε δημιουργήθηκε... δεν θυμάστε... απλά πράττετε καθημερινά σύμφωνα με το «λογικό», κάτι που θα μεταφραζόταν καλύτερα ως "κοινωνικά αποδεκτό".
Το "εγώ" μας, όπως επίσης και η ανάγκη για κοινωνική ένταξη και αποδοχή, από ένα σημείο και μετά γίνεται δυνατότερο απ τον αέρα που πνέει για να κουνήσει τη βάρκα που αναφέραμε πριν, και γι αυτό το δεύτερο παραμένει πάντα στο ίδιο λιμάνι... περιμένοντας νυσταγμένα και παθητικά να την αποσύρουν, μιας και τα ταξίδια της έχουν αρκεστεί πλέον σε ρηχές αναζητήσεις, σε νερά που της έχουν υποδείξει άλλοι μέσω διαφημίσεων και λανθασμένων προτύπων και ονείρων. 
Κάποτε ήμασταν λίγο πιο ελεύθεροι. Κάποτε κυνηγούσαμε πάνω στο μεταλλικό μας άτι διαστημικούς πειρατές με σπαθιά που φτύνανε φωτιές και περίεργες ποικιλόχρωμες στολές, κάναμε ρεσάλτο στα καράβια τους και τρέχοντας μέσα στο σπίτι μας φωνάζαμε «μην παίρνετε αιχμαλώτους!», ψάχναμε δράκους σε σπηλιές ξεχασμένες απ το χρόνο με τους φίλους-συντρόφους μας και ξεχυνόμασταν στις γειτονιές-δάση σαν ξωτικά… 
Πλέον αυτή η πραγματικότητα έχει περάσει στο μυαλό όλων σαν λάθος και αυτές οι εικόνες δεν εμφανίζονται πια ούτε στα όνειρα - πράγμα θλιβερό θα λέγε κανείς, μιας και εκεί είναι το μόνο μέρος που πραγματικά είμαστε ελεύθεροι... αλλά το στερήσαμε μέχρι κι αυτό στον εαυτό μας για χάρη της υποτιθέμενης λογικής η οποία διέπει και κυβερνά τον κόσμο μας... 

Και έρχεστε τώρα εσείς - οι δήμιοι των ίδιων σας των ονείρων - να μου πείτε ότι ένας καθρέφτης είναι απλά μια επιφάνεια η οποία αντανακλώντας το φως σας δείχνει την εικόνα σας; πως περιμένετε να πεισθώ για κάτι τέτοιο; πως μπορείτε να πειστείτε οι ίδιοι; 
Μόνοι σας κλείνεστε στον κόσμο σας προσπαθώντας να βγείτε απ αυτόν, κοιτάζοντας στον καθρέφτη προσπαθώντας να καταλάβετε ποιοι είστε… 

Πάντα με φόβιζαν οι καθρέφτες.

Τι

Τι γίνεται όταν σ ένα χαρτί κρύβονται οι δαίμονές σου; τι;

Τι γίνεται όταν θες να γράψεις αλλά κάτι σε σταματάει;

Τι γίνεται όταν δεν έχεις κάποιον να μιλήσεις;

Τι γίνεται όταν ζηλεύεις;

Τι γίνεται όταν δεν αντέχεις άλλο;

Τι γίνεται όταν θες να τα βγάλεις όλα αυτά αλλά δεν μπορείς;

Τι γίνεται όταν ο μεγαλύτερός σου πόθος μένει ανεκπλήρωτος λόγω του εαυτού σου;

Τι γίνεται όταν είσαι μόνος;

Μόνος…

Τόσο μα τόσο μόνος…

Τι γίνεται όταν κανείς δε σε καταλαβαίνει;

Τι γίνεται όταν από όταν θυμάσαι τον εαυτό σου είσαι μόνος;

Τι γίνεται όταν σ ένα χαρτί  κρύβονται οι δαίμονές σου;

Τι γίνεται όταν τρέχεις από κάτι που δεν ξέρεις;

Τι γίνεται όταν θες να ηρεμίσεις και δε μπορείς;

Τι γίνεται όταν ο μόνος τρόπος να ηρεμίσεις είναι να γράψεις και δε μπορείς;

Τι;

Τι; …



Ουάου

Λοιπόν σήμερα ήταν διαφορετικά, δεν ξέρω τι το διαφορετικό είχε αλλά ήταν αλλιώς…
Μάλλον ήταν γιατί βοηθήσαμε τον Άρη με τις δουλειές του… μάλλον γιατί ρίξαμε άπειρο γέλιο και μετά περάσαμε υπέροχα στην πλατεία… τι να πω…
Αλλά ένα ήταν αυτό που μου τίναξε το μυαλό σήμερα, οι ιστορίες του Σ και ακόμα περισσότερο το τέλειο χόρτο του…
Με το που έβαλα τα ακουστικά μου στ αυτιά απλά άκουγα τη μουσική διαφορετικά… αλλά μιλάμε τελείως διαφορετικά, στερεοφωνικά όπως θα λεγε και ένας φίλος.
Πραγματικά την ένοιωθα στην ψυχή μου αυτή τη φορά, και το θέμα είναι ότι είχαμε ξαναπιεί και απ αυτό αλλά και γενικά, κι όμως μ έστειλε τόσο άπειρα. Η διαδρομή μέχρι το σπίτι ήταν απλά μαγευτική, να περπατάς μες στη νύχτα μόνος σ ένα μακρύ δρόμο (hitchhikin' down a long and lonesome road -κάπως έτσι είχε ειπωθεί θυμάμαι), να βλέπεις τα πάντα σε ένα τελείως διαφορετικό βάθος και ν ακούς μουσική όπως δεν την έχεις ξανακούσει.
Και όταν λέω άλλο βάθος δεν εννοώ να κατανοείς πράγματα που δεν κατανοούσες μέχρι τότε και διάφορες τέτοιες παπαριές… σιγά μην χρειαζόμασταν κάτι τέτοιο για τέτοιου είδους σκέψεις… ότι να ναι… τέσπα εννοώ να βλέπεις κυριολεκτικά άλλο βάθος σ αυτά που κοιτάς, να είναι πιο απτά, πιο αληθινά. Τέλος πάντων ήταν ένα τελείως διαφορετικό συναίσθημα, όμως αυτό που με εντυπωσίασε πραγματικά , όπως προειπώθηκε, ήταν η μουσική. Δεν ήταν απλά μουσική αυτό, ήταν μαγεία, το μόνο που έλειπε ήταν ν αρχίσω να βλέπω και χρώματα… την ένοιωθα τόσο διαφορετικά, σα να είχαν ανοίξει τα αυτιά μου και ν άκουγαν πραγματικά τη μουσική, λες και τόσο καιρό είμαι σχεδόν κουφός…

Λοιπόν σήμερα ήταν διαφορετικά…

Aryama

Τι θέλεις πια;
Τι ζητάς από μένα;
Αναγνώριση;
Τι;
Να σε προσέξω; Να δώ ότι υπάρχεις;
Γιατί μ έφερες πάλι σ αυτό το σημείο;
Γιατί;
Γιατί;
Στο ζήτησα;
Δε σ άφησα;
Δε σ άφησα μόνη σου στην τύχη σου;
Εσύ δε το ζήτησες;
Γιατί;
Γιατί τότε;
Κανονικά θα μου έβγαζε λογική όλο αυτό
Αλλά τώρα δε μπορώ να σκεφτώ
Γιατί μου το κάνεις αυτό;
Τι θές;
Να μαστε  πάλι μαζί;
Γι αυτό μ έβαλες να γράφω ξανά;
Γι αυτό;
ΚΟΙΤΑ
ΚΟΙΤΑ ΓΑΜΩ
Είμαι στην άκρη
Τι θες πια;
Ήθελα να τελειώσει
Ηρεμία…
Γιατί το κάνεις αυτό;
Άσε με
Ξέρεις ότι δεν του αρέσεις;
Το ξέρεις;
Ξέρεις ότι δε μου μιλάει πια εξ αιτίας σου;
Γιατί ήμουν τόσο ηλίθιος και σε πήρα ξανά πίσω
Και έχασα ότι πολυτιμότερο είχα…
Και τώρα τι;
Εμείς;
Χαχ, καλά
Κοίτα σε
Πως γύρισα να σε κοιτάξω έτσι;
Πως γύρισα πίσω;
Γιατί
Θές να με κάνεις να το πω ε; το ξέρω το μόνο που θες είναι να κερδίσει ο ηλίθιος εγωισμός σου
Γι αυτό και το κάνεις αυτό
Πατάω τις αρχές μου για σένα
Τις πάτησα…
Ξέρεις… μια φορά το χα κάνει και για κείνη
Μια φορά
Όχι ψέματα κι άλλες…
Μια φορά ήταν που παρέβηκα τον όρκο μου και την έκανα να κλάψει
Αλλά τις άλλες φορές παρέβηκα τις αρχές μου γιατί μου το έδωσε εκείνη
Και συ τι;
ΤΙ;
ΣΚΑΤΑ
Ξέρεις τι είναι να είστε 9 μήνες και ακόμα να σου λέει ότι κάθε φορά που σε βλέπει είναι σαν την πρώτη φορά; Ξέρεις;
Σκατά , δεν ξέρεις…
Είναι σαν να χεις τον παράδεισο και να τον πετάς
Και να το ξέρεις
Αλλά είσαι τόσο μαλακισμένη γαμώ
Τόσο μα τόσο
Δεν ξέρω τι κάνω αυτή τη στιγμή
Για σένα
ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΓΑΜΩ;
Κοίτα που φτάσαμε
Να είμαστε ετσι
Γιατί;
Γιατί εμείς;
Υποτίθεται ότι θα πρεπε να μασταν χαρούμενοι
Να μασταν ευτυχισμένοι
… και αν δεν έπιανε αυτό να μασταν καλά
ΟΧΙ ΕΤΣΙ…
Γιατί ; γιατί ; γιατί γαμω ρε πούστη μου
Γιατί;
Γιατί;
Γιατί; Το κανα αυτό στον εαυτό μου;
Γιατί;
Εγώ το κανα
Δε θα με συγχωρούσα ποτέ
Ποτέ γι αυτό που έκανα
Την έχασα
Το καταλαβαίνεις;
Την έχασα
ΤΗΝ ΕΧΑΣΑ ΓΑΜΩ
Η μόνη ευτυχία της ζωής μου πάει
ΠΑΕΙ
Και όλα αυτά εξ αιτίας σου
Εξ αιτίας του γαμημένου κεφαλιού σου
Που έπρεπε να ξανάρθεις
ΕΠΡΕΠΕ
Ωραία και τώρα;
Τι κατάφερες;
Να με χαλάσεις;
Να με ρίξεις;
Ωραία τα κατάφερες
Την έχασα κι αυτός δε θέλει να με ξαναδεί γιατί την πλήγωσα
Έχασα τη μόνη χαρά μου
Το μόνο που με κράταγε εδώ
Και μαζί μ αυτήν έχασα και τους όρκους μου
Το μελάνι μου
Μπράβο σου λοιπόν
Νίκησες επιτέλους ή όπως αλλιώς θέλεις πες το
Με έριξες τόσο άσχημα απ το βάθρο που με είχες βάλει που όχι μόνο εσύ αλλά όλοι πλέον μπορούν να το δουν
Δε μου κατέστρεψες μόνο την εικόνα μου στα μάτια σου
Αλλά και σε όλους τους άλλους
Ένας άνθρωπος χωρίς αξίες είναι ένα τίποτα
Ένα μηδενικό
Ένας άνθρωπος ο οποίος γύρισε καθρέφτης σε ότι πρέσβευε λιγότερο
Άρα ουσιαστικά δεν είμαι τίποτα πια
Τίποτα
Αφ ότου με άφησε έτσι κι αλλιώς ένα τίποτα αισθάνομαι
Ένα άδειο κουφάρι
Ε και όταν συνειδητοποίησα τι έκανα, πως άφησα ότι είχα πει και κράταγα… τότε ακόμα και οι τελευταίες ίνες που με κρατούσαν χάθηκαν στον αέρα…
...
Μπράβο σου
Δεν έχω τίποτα άλλο να πω…
Μπράβο…
Κατάφερες να με κάνεις επιτέλους να είμαι μικρότερος από σένα
Και να μη γίνω ποτέ ξανά μεγαλύτερος
Γιατί δε μου στέρησες μόνο αυτή
Μου στέρησες και μένα ταυτόχρονα
Και όχι μόνο να μια μικρότερος από σένα αλλά να μη μπορώ να ξαναγίνω ποτέ ούτε μυρμήγκι μπροστά σου
Ελπίζω να είσαι χαρούμενη
Που με τον κωλοεγωισμό σου κατέστρεψες έναν άνθρωπο
Μπράβο
Και νόμιζα ότι εκείνος ήταν εγωιστής… ότι ήξερα έναν
Μπαααα…
Πάντως μην ανησυχείς
Ξέρω τι θα κάνω
{θα δεις}
{άσε με}
{ρε χέσε με σου είπα}
{ξεκόλλα δεν θέλω και πολύ-πολύ}
{α τίποτα το θέλω για να αποδείξω μια θέση}
{την τελευταία μάλλον που θα αποδείξω}
Γιατί έτσι πρέπει
Δεν μου αξίζει πια να το έχω αυτό…
Το πάτησα
Άρα θα το βγάλω… δε το χρειάζομαι πια
{κόψε τις μαλακίες}
{μιλάω σοβαρά}
ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Καύλα… τώρα σε πόσο λες να ηρεμίσω επιτέλους;
Λένε ότι αν κόψεις πολύ βαθιά δε μπορείς να κουνήσεις το χέρι σου μετά
Α! χα χα δε μπορείς όντως
{τι σε φρικάρω;}
Καλά δεν πειράζει θα το συνηθίσεις
Λέω να την κάνω, θέλω να δω πόσην ώρα ακόμα έχω και τι θα γίνει
Να κάνω τις τελευταίες και τις πιο τέλειες παρατηρήσεις
Μιλάμε
{άσε με}
{κάνεις σκηνή}
{μας κοιτάνε ρε}
{ρε ξεκόλλα μη με τραβάς}
{α ώστε έτσι το θές λοιπόν;}
{μπορώ να φύγω εύκολα τρέχω γρήγορα ξέρεις}
Χαχα ΚΑΛΗΝΥΧΤΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
{}
Αααααααχ ωραία είναι εδώ
Αυτή ήταν η εκκλησία που άραξα σ εκείνη τη φάση
Χαχ…
Η αρχή…
Τι ωραία που ήταν τότε…
Ήρεμα… αγνά… ωραίες ανησυχίες…
Τότε μαθαίναμε τι θα πει μεγάλα λόγια
Α ρε…
Εδώ λοιπόν θα τελειώσουν όλα
Όμορφα είναι
Νοιώθω μια μικρή ασφάλεια
Μη με βρει μόνο η άλλη
Θα ναι ωραίο πάντως να σε βρουν στα σκαλιά της εκκλησίας
…ποτέ δεν ξέρεις…
Επιτέλους  λοιπόν θα μάθω τι θα γίνει στο τέλος…
Και ανησυχώ  λοιπόν…
Μακάρι να μην έχω δίκιο…
Μακάρι…
Αν και θα μου άξιζε
Ναι θα μου άξιζε
Τέτοιος μαλάκας  που είμαι
Επιτέλους θα ηρεμίσω
Και θα ηρεμίσουν και οι άλλοι
Ναι θα ηρεμίσουν
Δε θα με έχουν πια βάρος
Να τους γαμάω  παρέες και γκόμενες και διαθέσεις…
Λες να κλάψει κανείς;
Μπορεί... μακάρι να ξερα τι θα λέγανε για μένα… αν ήταν κάτι απ αυτά καλό… αν με εκτιμούσε κανείς… αληθινά
{}
Δε μπορώ να σκεφτώ καλά…
Θολώνω λίγο… δε… δε νοιώθω καλά…
Έχω ηρεμίσει τουλάχιστον κάτι είναι κι αυτό…
Τα… τα πράγματα… το… ο ουρανός… το… δε νοιώ…
(επιτέλους… ώρα ν αρχίσουμε)
(τι είναι αυτό το φως; Όλα έχουν θολώσει…)
(δε βλέπω…)
(σειρήνα είναι αυτό;)
{}
{}
(!)
(τι γίνεται;)
(πονάω… ποιοι είναι αυτοί)
(που είμαι;)
(πονάω)
(σοκ…)
(μου μιλάνε… τους βλέπω αλλά δε μπορώ να μιλήσω)
(όλα τόσο θολά)
(…)
(…)
(…)
(ηρεμώ και πάλι…)
(τι καλά…)
(ήταν τόσο ζεστά)
(τόσο…)
‘σ αγαπώ…’